# el/Greek.xml.gz
# hu/Hungarian.xml.gz


(src)="b.GEN.1.1.1"> Εν αρχη εποιησεν ο Θεος τον ουρανον και την γην .
(trg)="b.GEN.1.1.1"> Kezdetben teremté Isten az eget és a földet .

(src)="b.GEN.1.2.1"> Η δε γη ητο αμορφος και ερημος και σκοτος επι του προσωπου της αβυσσου .
(src)="b.GEN.1.2.2"> Και πνευμα Θεου εφερετο επι της επιφανειας των υδατων .
(trg)="b.GEN.1.2.1"> A föld pedig kietlen és puszta vala , és setétség vala a mélység színén , és az Isten Lelke lebeg vala a vizek felett .

(src)="b.GEN.1.3.1"> Και ειπεν ο Θεος , Γενηθητω φως και εγεινε φως
(trg)="b.GEN.1.3.1"> És monda Isten : Legyen világosság : és lõn világosság .

(src)="b.GEN.1.4.1"> και ειδεν ο Θεος το φως οτι ητο καλον και διεχωρισεν ο Θεος το φως απο του σκοτους
(trg)="b.GEN.1.4.1"> És látá Isten , hogy jó a világosság ; és elválasztá Isten a világosságot a setétségtõl .

(src)="b.GEN.1.5.1"> και εκαλεσεν ο Θεος το φως , Ημεραν το δε σκοτος εκαλεσε , Νυκτα .
(src)="b.GEN.1.5.2"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα πρωτη .
(trg)="b.GEN.1.5.1"> És nevezé Isten a világosságot nappalnak , és a setétséget nevezé éjszakának : és lõn este és lõn reggel , elsõ nap .

(src)="b.GEN.1.6.1"> Και ειπεν ο Θεος , Γενηθητω στερεωμα αναμεσον των υδατων , και ας διαχωριζη υδατα απο υδατων .
(trg)="b.GEN.1.6.1"> És monda Isten : Legyen mennyezet a víz között , a mely elválaszsza a vizeket a vizektõl .

(src)="b.GEN.1.7.1"> Και εποιησεν ο Θεος το στερεωμα , και διεχωρισε τα υδατα τα υποκατωθεν του στερεωματος απο των υδατων των επανωθεν του στερεωματος .
(src)="b.GEN.1.7.2"> Και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.7.1"> Teremté tehát Isten a mennyezetet , és elválasztá a mennyezet alatt való vizeket , a mennyezet felett való vizektõl .
(trg)="b.GEN.1.7.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.8.1"> Και εκαλεσεν ο Θεος το στερεωμα , Ουρανον .
(src)="b.GEN.1.8.2"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα δευτερα .
(trg)="b.GEN.1.8.1"> És nevezé Isten a mennyezetet égnek : és lõn este , és lõn reggel , második nap .

(src)="b.GEN.1.9.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ας συναχθωσι τα υδατα τα υποκατω του ουρανου εις τοπον ενα , και ας φανη η ξηρα .
(src)="b.GEN.1.9.2"> Και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.9.1"> És monda Isten : Gyûljenek egybe az ég alatt való vizek egy helyre , hogy tessék meg a száraz .
(trg)="b.GEN.1.9.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.10.1"> Και εκαλεσεν ο Θεος την ξηραν , γην και το συναγμα των υδατων εκαλεσε , Θαλασσας και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον .
(trg)="b.GEN.1.10.1"> És nevezé Isten a szárazat földnek ; az egybegyûlt vizeket pedig tengernek nevezé .
(trg)="b.GEN.1.10.2"> És látá Isten , hogy jó .

(src)="b.GEN.1.11.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ας βλαστηση η γη χλωρον χορτον , χορτον καμνοντα σπορον , και δενδρον καρπιμον καμνον καρπον κατα το ειδος αυτου , του οποιου το σπερμα να ηναι εν αυτω επι της γης .
(src)="b.GEN.1.11.2"> Και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.11.1"> Azután monda Isten : Hajtson a föld gyenge fûvet , maghozó fûvet , gyümölcsfát , a mely gyümölcsöt hozzon az õ neme szerint , a melyben legyen néki magva e földön .
(trg)="b.GEN.1.11.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.12.1"> Και εβλαστησεν η γη χλωρον χορτον , χορτον καμνοντα σπορον κατα το ειδος αυτου , και δενδρον καμνον καρπον , του οποιου το σπερμα ειναι εν αυτω κατα το ειδος αυτου και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον .
(trg)="b.GEN.1.12.1"> Hajta tehát a föld gyenge fûvet , maghozó fûvet az õ neme szerint , és gyümölcstermõ fát , a melynek gyümölcsében mag van az õ neme szerint .
(trg)="b.GEN.1.12.2"> És látá Isten , hogy jó .

(src)="b.GEN.1.13.1"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα τριτη .
(trg)="b.GEN.1.13.1"> És lõn este és lõn reggel , harmadik nap .

(src)="b.GEN.1.14.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ας γεινωσι φωστηρες εν τω στερεωματι του ουρανου , δια να διαχωριζωσι την ημεραν απο της νυκτος και ας ηναι δια σημεια και καιρους και ημερας και ενιαυτους
(trg)="b.GEN.1.14.1"> És monda Isten : Legyenek világító testek az ég mennyezetén , hogy elválaszszák a nappalt az éjszakától , és legyenek jelek , és meghatározói ünnepeknek , napoknak és esztendõknek .

(src)="b.GEN.1.15.1"> και ας ηναι δια φωστηρας εν τω στερεωματι του ουρανου , δια να φεγγωσιν επι της γης .
(src)="b.GEN.1.15.2"> Και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.15.1"> És legyenek világítókul az ég mennyezetén hogy világítsanak a földre .
(trg)="b.GEN.1.15.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.16.1"> Και εκαμεν ο Θεος τους δυο φωστηρας τους μεγαλους , τον φωστηρα τον μεγαν δια να εξουσιαζη επι της ημερας , και τον φωστηρα τον μικρον δια να εξουσιαζη επι της νυκτος και τους αστερας
(trg)="b.GEN.1.16.1"> Teremté tehát Isten a két nagy világító testet : a nagyobbik világító testet , hogy uralkodjék nappal és a kisebbik világító testet , hogy uralkodjék éjjel ; és a csillagokat .

(src)="b.GEN.1.17.1"> και εθεσεν αυτους ο Θεος εν τω στερεωματι του ουρανου , δια να φεγγωσιν επι της γης ,
(trg)="b.GEN.1.17.1"> És helyezteté Isten azokat az ég mennyezetére , hogy világítsanak a földre ;

(src)="b.GEN.1.18.1"> και να εξουσιαζωσιν επι της ημερας και επι της νυκτος και να διαχωριζωσι το φως απο του σκοτους .
(src)="b.GEN.1.18.2"> Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον .
(trg)="b.GEN.1.18.1"> És hogy uralkodjanak a nappalon és az éjszakán , és elválaszszák a világosságot a setétségtõl .
(trg)="b.GEN.1.18.2"> És látá Isten , hogy jó .

(src)="b.GEN.1.19.1"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα τεταρτη .
(trg)="b.GEN.1.19.1"> És lõn este és lõn reggel , negyedik nap .

(src)="b.GEN.1.20.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ας γεννησωσι τα υδατα εν αφθονια νηκτα εμψυχα και πετεινα ας πετωνται επανωθεν της γης κατα το στερεωμα του ουρανου .
(trg)="b.GEN.1.20.1"> És monda Isten : Pezsdûljenek a vizek élõ állatok nyüzsgésétõl ; és madarak repdessenek a föld felett , az ég mennyezetének színén .

(src)="b.GEN.1.21.1"> Και εποιησεν ο Θεος τα κητη τα μεγαλα και παν εμψυχον κινουμενον , τα οποια εγεννησαν εν αφθονια τα υδατα κατα το ειδος αυτων , και παν πετεινον πτερωτον κατα το ειδος αυτου .
(src)="b.GEN.1.21.2"> Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον .
(trg)="b.GEN.1.21.1"> És teremté Isten a nagy vízi állatokat , és mindazokat a csúszó-mászó állatokat , a melyek nyüzsögnek a vizekben az õ nemök szerint , és mindenféle szárnyas repdesõt az õ neme szerint .
(trg)="b.GEN.1.21.2"> És látá Isten , hogy jó .

(src)="b.GEN.1.22.1"> Και ευλογησεν αυτα ο Θεος , λεγων , Αυξανεσθε και πληθυνεσθε και γεμισατε τα υδατα εν ταις θαλασσαις και τα πετεινα ας πληθυνωνται επι της γης .
(trg)="b.GEN.1.22.1"> És megáldá azokat Isten , mondván : Szaporodjatok , és sokasodjatok , és töltsétek be a tenger vizeit ; a madár is sokasodjék a földön .

(src)="b.GEN.1.23.1"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα πεμπτη .
(trg)="b.GEN.1.23.1"> És lõn este és lõn reggel , ötödik nap .

(src)="b.GEN.1.24.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ας γεννηση η γη ζωα εμψυχα κατα το ειδος αυτων , κτηνη και ερπετα και ζωα της γης κατα το ειδος αυτων και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.24.1"> Azután monda az Isten : Hozzon a föld élõ állatokat nemök szerint : barmokat , csúszó-mászó állatokat és szárazföldi vadakat nemök szerint .
(trg)="b.GEN.1.24.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.25.1"> Και εκαμεν ο Θεος τα ζωα της γης κατα το ειδος αυτων , και τα κτηνη κατα το ειδος αυτων , και παν ερπετον της γης κατα το ειδος αυτου .
(src)="b.GEN.1.25.2"> Και ειδεν ο Θεος οτι ητο καλον .
(trg)="b.GEN.1.25.1"> Teremté tehát Isten a szárazföldi vadakat nemök szerint , a barmokat nemök szerint , és a földön csúszó-mászó mindenféle állatokat nemök szerint .
(trg)="b.GEN.1.25.2"> És látá Isten , hogy jó .

(src)="b.GEN.1.26.1"> Και ειπεν ο θεος , Ας καμωμεν ανθρωπον κατ ' εικονα ημων , καθ ' ομοιωσιν ημων και ας εξουσιαζη επι των ιχθυων της θαλασσης και επι των πετεινων του ουρανου και επι των κτηνων και επι πασης της γης και επι παντος ερπετου , ερποντος επι της γης .
(trg)="b.GEN.1.26.1"> És monda Isten : Teremtsünk embert a mi képünkre és hasonlatosságunkra ; és uralkodjék a tenger halain , az ég madarain , a barmokon , mind az egész földön , és a földön csúszó-mászó mindenféle állatokon .

(src)="b.GEN.1.27.1"> Και εποιησεν ο Θεος τον ανθρωπον κατ ' εικονα εαυτου κατ ' εικονα Θεου εποιησεν αυτον αρσεν και θηλυ εποιησεν αυτους
(trg)="b.GEN.1.27.1"> Teremté tehát az Isten az embert az õ képére , Isten képére teremté õt : férfiúvá és asszonynyá teremté õket .

(src)="b.GEN.1.28.1"> και ευλογησεν αυτους ο Θεος και ειπε προς αυτους ο Θεος , Αυξανεσθε και πληθυνεσθε και γεμισατε την γην και κυριευσατε αυτην , και εξουσιαζετε επι των ιχθυων της θαλασσης και επι των πετεινων του ουρανου και επι παντος ζωου κινουμενου επι της γης .
(trg)="b.GEN.1.28.1"> És megáldá Isten õket , és monda nékik Isten : Szaporodjatok és sokasodjatok , és töltsétek be a földet és hajtsátok birodalmatok alá ; és uralkodjatok a tenger halain , az ég madarain , és a földön csúszó-mászó mindenféle állatokon .

(src)="b.GEN.1.29.1"> Και ειπεν ο Θεος , Ιδου , σας εδωκα παντα χορτον καμνοντα σπορον , οστις ειναι επι του προσωπου πασης της γης , και παν δενδρον , το οποιον εχει εν εαυτω καρπον δενδρου καμνοντος σπορον ταυτα θελουσιν εισθαι εις εσας προς τροφην
(trg)="b.GEN.1.29.1"> És monda Isten : Ímé néktek adok minden maghozó fûvet az egész föld színén , és minden fát , a melyen maghozó gyümölcs van ; az legyen néktek eledelül .

(src)="b.GEN.1.30.1"> και εις παντα τα ζωα της γης και εις παντα τα πετεινα του ουρανου και εις παν ερπετον ερπον επι της γης και εχον εν εαυτω ψυχην ζωσαν , εδωκα παντα χλωρον χορτον εις τροφην .
(src)="b.GEN.1.30.2"> Και εγεινεν ουτω .
(trg)="b.GEN.1.30.1"> föld minden vadainak pedig , és az ég minden madarainak , és a földön csúszó-mászó mindenféle állatoknak , a melyekben élõ lélek van , a zöld fûveket [ adom ] eledelûl .
(trg)="b.GEN.1.30.2"> És úgy lõn .

(src)="b.GEN.1.31.1"> Και ειδεν ο Θεος παντα οσα εποιησε και ιδου , ησαν καλα λιαν .
(src)="b.GEN.1.31.2"> Και εγεινεν εσπερα και εγεινε πρωι , ημερα εκτη .
(trg)="b.GEN.1.31.1"> És látá Isten , hogy minden a mit teremtett vala , ímé igen jó .
(trg)="b.GEN.1.31.2"> És lõn este és lõn reggel , hatodik nap .

(src)="b.GEN.2.1.1"> Και συνετελεσθησαν ο ουρανος και η γη και πασα η στρατια αυτων .
(trg)="b.GEN.2.1.1"> És elvégezteték az ég és a föld , és azoknak minden serege .

(src)="b.GEN.2.2.1"> Και ειχε συντετελεσμενα ο Θεος εν τη ημερα τη εβδομη τα εργα αυτου , τα οποια εκαμε και ανεπαυθη την ημεραν την εβδομην απο παντων των εργων αυτου , τα οποια εκαμε .
(trg)="b.GEN.2.2.1"> Mikor pedig elvégezé Isten hetednapon az õ munkáját , a melyet alkotott vala , megszûnék a hetedik napon minden munkájától , a melyet alkotott vala .

(src)="b.GEN.2.3.1"> Και ευλογησεν ο Θεος την ημεραν την εβδομην και ηγιασεν αυτην διοτι εν αυτη ανεπαυθη απο παντων των εργων αυτου , τα οποια εκτισε και εκαμεν ο Θεος .
(trg)="b.GEN.2.3.1"> És megáldá Isten a hetedik napot , és megszentelé azt ; mivelhogy azon szûnt vala meg minden munkájától , melyet teremtve szerzett vala Isten .

(src)="b.GEN.2.4.1"> Αυτη ειναι η γενεσις του ουρανου και της γης , οτε εκτισθησαν αυτα , καθ ' ην ημεραν εποιησε Κυριος ο Θεος γην και ουρανον ,
(trg)="b.GEN.2.4.1"> Ez az égnek és a földnek eredete , a mikor teremtettek .
(trg)="b.GEN.2.4.2"> Mikor az Úr Isten a földet és az eget teremté ,

(src)="b.GEN.2.5.1"> και παντα τα φυτα του αγρου , πριν γεινωσιν επι της γης , και παντα χορτον του αγρου , πριν βλαστηση διοτι δεν ειχε βρεξει Κυριος ο Θεος επι της γης , και ανθρωπος δεν ητο δια να εργαζηται την γην
(trg)="b.GEN.2.5.1"> g semmiféle mezei növény sem vala a földön , s még semmiféle mezei fû sem hajtott ki , mert az Úr Isten [ még ] nem bocsátott vala esõt a földre ; és ember sem vala , ki a földet mívelje ;

(src)="b.GEN.2.6.1"> ο ατμος δε ανεβαινεν απο της γης και εποτιζε παν το προσωπον της γης .
(trg)="b.GEN.2.6.1"> Azonban pára szállott vala fel a földrõl , és megnedvesíté a föld egész színét .

(src)="b.GEN.2.7.1"> Και επλασε Κυριος ο Θεος τον ανθρωπον απο χωματος εκ της γης. και ενεφυσησεν εις τους μυκτηρας αυτου πνοην ζωης , και εγεινεν ο ανθρωπος εις ψυχην ζωσαν .
(trg)="b.GEN.2.7.1"> És formálta vala az Úr Isten az embert a földnek porából , és lehellett vala az õ orrába életnek lehelletét .
(trg)="b.GEN.2.7.2"> Így lõn az ember élõ lélekké .

(src)="b.GEN.2.8.1"> Και εφυτευσε Κυριος ο Θεος παραδεισον εν τη Εδεμ κατα ανατολας και εθεσεν εκει τον ανθρωπον , τον οποιον επλασε .
(trg)="b.GEN.2.8.1"> És ültete az Úr Isten egy kertet Édenben , napkelet felõl , és abba helyezteté az embert , a kit formált vala .

(src)="b.GEN.2.9.1"> Και Κυριος ο Θεος εκαμε να βλαστηση εκ της γης παν δενδρον ωραιον εις την ορασιν και καλον εις την γευσιν και το ξυλον της ζωης εν μεσω του παραδεισου και το ξυλον της γνωσεως του καλου και του κακου .
(trg)="b.GEN.2.9.1"> És nevele az Úr Isten a földbõl mindenféle fát , tekintetre kedvest és eledelre jót , az élet fáját is , a kertnek közepette , és a jó és gonosz tudásának fáját .

(src)="b.GEN.2.10.1"> Ποταμος δε εξηρχετο εκ της Εδεμ δια να ποτιζη τον παραδεισον και εκειθεν εμεριζετο εις τεσσαρας κλαδους .
(trg)="b.GEN.2.10.1"> Folyóvíz jõ vala pedig ki Édenbõl a kert megöntözésére ; és onnét elágazik és négy fõágra szakad vala .

(src)="b.GEN.2.11.1"> Το ονομα του ενος , Φισων ουτος ειναι ο περικυκλονων πασαν την γην Αβιλα οπου ευρισκεται το χρυσιον
(trg)="b.GEN.2.11.1"> elsõnek neve Pison , ez az , a mely megkerüli Havilah egész földét , a hol az arany [ terem . ]

(src)="b.GEN.2.12.1"> το δε χρυσιον της γης εκεινης ειναι καλον εκει ειναι το βδελλιον και ο λιθος ο ονυχιτης .
(trg)="b.GEN.2.12.1"> És annak a földnek aranya igen jó ; ott van a Bdelliom és az Onix-kõ .

(src)="b.GEN.2.13.1"> Και το ονομα του ποταμου του δευτερου , Γιων ουτος ειναι ο περικυκλονων πασαν την γην Χους .
(trg)="b.GEN.2.13.1"> A második folyóvíz neve pedig Gihon ; ez az , a mely megkerüli az egész Khús földét .

(src)="b.GEN.2.14.1"> Και το ονομα του ποταμου του τριτου , Τιγρις ουτος ειναι ο ρεων προς ανατολας της Ασσυριας .
(src)="b.GEN.2.14.2"> Ο δε ποταμος ο τεταρτος , ουτος ειναι ο Ευφρατης .
(trg)="b.GEN.2.14.1"> És a harmadik folyóvíz neve Hiddekel ; ez az , a mely Assiria hosszában foly .
(trg)="b.GEN.2.14.2"> A negyedik folyóvíz pedig az Eufrátes .

(src)="b.GEN.2.15.1"> Και ελαβε Κυριος ο Θεος τον ανθρωπον και εθεσεν αυτον εν τω παραδεισω της Εδεμ δια να εργαζηται αυτον και να φυλαττη αυτον .
(trg)="b.GEN.2.15.1"> És vevé az Úr Isten az embert , és helyezteté õt az Éden kertjébe , hogy mívelje és õrizze azt .

(src)="b.GEN.2.16.1"> Προσεταξε δε Κυριος ο Θεος εις τον Αδαμ λεγων , Απο παντος δενδρου του παραδεισου ελευθερως θελεις τρωγει ,
(trg)="b.GEN.2.16.1"> És parancsola az Úr Isten az embernek , mondván : A kert minden fájáról bátran egyél .

(src)="b.GEN.2.17.1"> απο δε του ξυλου της γνωσεως του καλου και του κακου δεν θελεις φαγει απ ' αυτου διοτι καθ ' ην ημεραν φαγης απ ' αυτου , θελεις εξαπαντος αποθανει .
(trg)="b.GEN.2.17.1"> De a jó és gonosz tudásának fájáról , arról ne egyél ; mert a mely napon ejéndel arról , bizony meghalsz .

(src)="b.GEN.2.18.1"> Και ειπε Κυριος ο Θεος , Δεν ειναι καλον να ηναι ο ανθρωπος μονος θελω καμει εις αυτον βοηθον ομοιον με αυτον .
(trg)="b.GEN.2.18.1"> És monda az Úr Isten : Nem jó az embernek egyedül lenni ; szerzek néki segítõ társat , hozzá illõt .

(src)="b.GEN.2.19.1"> Επλασε δε Κυριος ο Θεος εκ της γης παντα τα ζωα του αγρου και παντα τα πετεινα του ουρανου , και εφερεν αυτα προς τον Αδαμ , δια να ιδη πως να ονομαση αυτα και ο , τι ονομα ηθελε δωσει ο Αδαμ εις παν εμψυχον , τουτο να ηναι το ονομα αυτου .
(trg)="b.GEN.2.19.1"> És formált vala az Úr Isten a földbõl mindenféle mezei vadat , és mindenféle égi madarat , és elvivé az emberhez , hogy lássa , minek nevezze azokat ; mert a mely nevet adott az ember az élõ állatnak , az annak neve .

(src)="b.GEN.2.20.1"> Και εδωκεν ο Αδαμ ονοματα εις παντα τα κτηνη και εις τα πτηνα του ουρανου και εις παντα τα ζωα του αγρου εις δε τον Αδαμ δεν ευρισκετο βοηθος ομοιος με αυτον .
(trg)="b.GEN.2.20.1"> És nevet ada az ember minden baromnak , az ég madarainak , és minden mezei vadnak ; de az embernek hozzá illõ segítõ társat nem talált vala .

(src)="b.GEN.2.21.1"> Και επεβαλε Κυριος ο Θεος εκστασιν επι τον Αδαμ , και εκοιμηθη και ελαβε μιαν εκ των πλευρων αυτου και εκλεισε με σαρκα τον τοπον αυτης .
(trg)="b.GEN.2.21.1"> Bocsáta tehát az Úr Isten mély álmot az emberre , és ez elaluvék .
(trg)="b.GEN.2.21.2"> Akkor kivõn egyet annak oldalbordái közûl , és hússal tölté be annak helyét .

(src)="b.GEN.2.22.1"> Και κατεσκευασε Κυριος ο Θεος την πλευραν , την οποιαν ελαβεν απο του Αδαμ , εις γυναικα και εφερεν αυτην προς τον Αδαμ .
(trg)="b.GEN.2.22.1"> És alkotá az Úr Isten azt az oldalbordát , a melyet kivett vala az emberbõl , asszonynyá , és vivé az emberhez .

(src)="b.GEN.2.23.1"> Και ειπεν ο Αδαμ , Τουτο ειναι τωρα οστουν εκ των οστεων μου και σαρξ εκ της σαρκος μου αυτη θελει ονομασθη ανδρις , διοτι εκ του ανδρος αυτη εληφθη .
(trg)="b.GEN.2.23.1"> És monda az ember : Ez már csontomból való csont , és testembõl való test : ez asszonyembernek neveztessék , mert emberbõl vétetett .

(src)="b.GEN.2.24.1"> Δια τουτο θελει αφησει ο ανθρωπος τον πατερα αυτου και την μητερα αυτου , και θελει προσκολληθη εις την γυναικα αυτου και θελουσιν εισθαι οι δυο εις σαρκα μιαν .
(trg)="b.GEN.2.24.1"> Annakokáért elhagyja a férfiú az õ atyját és az õ anyját , és ragaszkodik feleségéhez : és lesznek egy testté .

(src)="b.GEN.2.25.1"> Ησαν δε και οι δυο γυμνοι , ο Αδαμ και η γυνη αυτου , και δεν ησχυνοντο .
(trg)="b.GEN.2.25.1"> Valának pedig mindketten mezítelenek , az ember és az õ felesége , és nem szégyenlik vala .

(src)="b.GEN.3.1.1"> Ο δε οφις ητο το φρονιμωτερον παντων των ζωων του αγρου , τα οποια εκαμε Κυριος ο Θεος και ειπεν ο οφις προς την γυναικα , Τω οντι ειπεν ο Θεος , Μη φαγητε απο παντος δενδρου του παραδεισου ;
(trg)="b.GEN.3.1.1"> A kígyó pedig ravaszabb vala minden mezei vadnál , melyet az Úr Isten teremtett vala , és monda az asszonynak : Csakugyan azt mondta az Isten , hogy a kertnek egy fájáról se egyetek ?

(src)="b.GEN.3.2.1"> Και ειπεν η γυνη προς τον οφιν , Απο του καρπου των δενδρων του παραδεισου δυναμεθα να φαγωμεν
(trg)="b.GEN.3.2.1"> És monda az asszony a kígyónak : A kert fáinak gyümölcsébõl ehetünk ;

(src)="b.GEN.3.3.1"> απο δε του καρπου του δενδρου , το οποιον ειναι εν μεσω του παραδεισου , ειπεν ο Θεος , Μη φαγητε απ ' αυτου , μηδε εγγισητε αυτον , δια να μη αποθανητε .
(trg)="b.GEN.3.3.1"> De annak a fának gyümölcsébõl , mely a kertnek közepette van , azt mondá Isten : abból ne egyetek , azt meg se illessétek , hogy meg ne haljatok .

(src)="b.GEN.3.4.1"> Και ειπεν ο οφις προς την γυναικα , Δεν θελετε βεβαιως αποθανει
(trg)="b.GEN.3.4.1"> És monda a kígyó az asszonynak : Bizony nem haltok meg ;

(src)="b.GEN.3.5.1"> αλλ ' εξευρει ο Θεος , οτι καθ ' ην ημεραν φαγητε απ ' αυτου , θελουσιν ανοιχθη οι οφθαλμοι σας , και θελετε εισθαι ως θεοι , γνωριζοντες το καλον και το κακον .
(trg)="b.GEN.3.5.1"> Hanem tudja az Isten , hogy a mely napon ejéndetek abból , megnyilatkoznak a ti szemeitek , és olyanok lésztek mint az Isten : jónak és gonosznak tudói .

(src)="b.GEN.3.6.1"> Και ειδεν η γυνη , οτι το δενδρον ητο καλον εις βρωσιν , και οτι ητο αρεστον εις τους οφθαλμους , και επιθυμητον το δενδρον ως διδον γνωσιν και λαβουσα εκ του καρπου αυτου , εφαγε και εδωκε και εις τον ανδρα αυτης μεθ ' εαυτης , και αυτος εφαγε .
(trg)="b.GEN.3.6.1"> És látá az asszony , hogy jó az a fa eledelre s hogy kedves a szemnek , és kivánatos az a fa a bölcseségért : szakaszta azért annak gyümölcsébõl , és evék , és ada vele levõ férjének is , és az is evék .

(src)="b.GEN.3.7.1"> Και ηνοιχθησαν οι οφθαλμοι αμφοτερων , και εγνωρισαν οτι ησαν γυμνοι και ραψαντες φυλλα συκης , εκαμον εις εαυτους περιζωματα .
(trg)="b.GEN.3.7.1"> És megnyilatkozának mindkettõjöknek szemei s észrevevék , hogy mezítelenek ; figefa levelet aggatának azért össze , és körülkötõket csinálának magoknak .

(src)="b.GEN.3.8.1"> Και ηκουσαν την φωνην Κυριου του Θεου , περιπατουντος εν τω παραδεισω προς το δειλινον και εκρυφθησαν ο Αδαμ και η γυνη αυτου απο προσωπου Κυριου του Θεου , μεταξυ των δενδρων του παραδεισου .
(trg)="b.GEN.3.8.1"> És meghallák az Úr Isten szavát , a ki hûvös alkonyatkor a kertben jár vala ; és elrejtõzék az ember és az õ felesége az Úr Isten elõl a kert fái között .

(src)="b.GEN.3.9.1"> Εκαλεσε δε Κυριος ο Θεος τον Αδαμ , και ειπε προς αυτον , Που εισαι ;
(trg)="b.GEN.3.9.1"> Szólítá ugyanis az Úr Isten az embert és monda néki : Hol vagy ?

(src)="b.GEN.3.10.1"> Ο δε ειπε , Την φωνην σου ηκουσα εν τω παραδεισω , και εφοβηθην , διοτι ειμαι γυμνος και εκρυφθην .
(trg)="b.GEN.3.10.1"> És monda : Szavadat hallám a kertben , és megfélemlém , mivelhogy mezítelen vagyok , és elrejtezém .

(src)="b.GEN.3.11.1"> Και ειπε προς αυτον ο Θεος , Τις εφανερωσεν εις σε οτι εισαι γυμνος ; Μηπως εφαγες απο του δενδρου , απο του οποιου προσεταξα εις σε να μη φαγης ;
(trg)="b.GEN.3.11.1"> És monda Õ : Ki mondá néked , hogy mezítelen vagy ?
(trg)="b.GEN.3.11.2"> Avagy talán ettél a fáról , melytõl tiltottalak , hogy arról ne egyél ?

(src)="b.GEN.3.12.1"> Και ειπεν ο Αδαμ , Η γυνη την οποιαν εδωκας να ηναι μετ ' εμου , αυτη μοι εδωκεν απο του δενδρου , και εφαγον .
(trg)="b.GEN.3.12.1"> És monda az ember : Az asszony , a kit mellém adtál vala , õ ada nékem arról a fáról , úgy evém .

(src)="b.GEN.3.13.1"> Και ειπε Κυριος ο Θεος προς την γυναικα , Τι ειναι τουτο το οποιον εκαμες ; Και η γυνη ειπεν , Ο οφις με ηπατησε , και εφαγον .
(trg)="b.GEN.3.13.1"> És monda az Úr Isten az asszonynak : Mit cselekedtél ?
(trg)="b.GEN.3.13.2"> Az asszony pedig monda : A kígyó ámított el engem , úgy evém .

(src)="b.GEN.3.14.1"> Και ειπε Κυριος ο Θεος προς τον οφιν , Επειδη εκαμες τουτο , επικαταρατος να ησαι μεταξυ παντων των κτηνων , και παντων των ζωων του αγρου επι της κοιλιας σου θελεις περιπατει , και χωμα θελεις τρωγει , πασας τας ημερας της ζωης σου
(trg)="b.GEN.3.14.1"> És monda az Úr Isten a kígyónak : Mivelhogy ezt cselekedted , átkozott légy minden barom és minden mezei vad között ; hasadon járj , és port egyél életed minden napjaiban .

(src)="b.GEN.3.15.1"> και εχθραν θελω στησει αναμεσον σου και της γυναικος , και αναμεσον του σπερματος σου και του σπερματος αυτης αυτο θελει σου συντριψει την κεφαλην , και συ θελεις κεντησει την πτερναν αυτου .
(trg)="b.GEN.3.15.1"> És ellenségeskedést szerzek közötted és az asszony között , a te magod között , és az õ magva között : az neked fejedre tapos , te pedig annak sarkát mardosod .

(src)="b.GEN.3.16.1"> Προς δε την γυναικα ειπε , Θελω υπερπληθυνει τας λυπας σου και τους πονους της κυοφοριας σου με λυπας θελεις γεννα τεκνα και προς τον ανδρα σου θελει εισθαι η επιθυμια σου , και αυτος θελει σε εξουσιαζει .
(trg)="b.GEN.3.16.1"> Az asszonynak monda : Felette igen megsokasítom viselõsséged fájdalmait , fájdalommal szûlsz magzatokat ; és epekedel a te férjed után , õ pedig uralkodik te rajtad .

(src)="b.GEN.3.17.1"> Προς δε τον Αδαμ ειπεν , Επειδη υπηκουσας εις τον λογον της γυναικος σου , και εφαγες απο του δενδρου , απο του οποιου προσεταξα εις σε λεγων , Μη φαγης απ ' αυτου , κατηραμενη να ηναι η γη εξ αιτιας σου με λυπας θελεις τρωγει τους καρπους αυτης πασας τας ημερας της ζωης σου
(trg)="b.GEN.3.17.1"> Az embernek pedig monda : Mivelhogy hallgattál a te feleséged szavára , és ettél arról a fáról , a melyrõl azt parancsoltam , hogy ne egyél arról : Átkozott legyen a föld te miattad , fáradságos munkával élj belõle életednek minden napjaiban .

(src)="b.GEN.3.18.1"> και ακανθας και τριβολους θελει βλαστανει εις σε και θελεις τρωγει τον χορτον του αγρου
(trg)="b.GEN.3.18.1"> Töviset és bogácskórót teremjen tenéked ; s egyed a mezõnek fûvét .

(src)="b.GEN.3.19.1"> εν τω ιδρωτι του προσωπου σου θελεις τρωγει τον αρτον σου , εωσου επιστρεψης εις την γην , εκ της οποιας εληφθης επειδη γη εισαι , και εις γην θελεις επιστρεψει .
(trg)="b.GEN.3.19.1"> Orczád verítékével egyed a te kenyeredet , míglen visszatérsz a földbe , mert abból vétettél : mert por vagy te s ismét porrá leszesz .

(src)="b.GEN.3.20.1"> Και εκαλεσεν ο Αδαμ το ονομα της γυναικος αυτου , Ευαν διοτι αυτη ητο μητηρ παντων των ζωντων .
(trg)="b.GEN.3.20.1"> Nevezte vala pedig Ádám az õ feleségét Évának , mivelhogy õ lett anyja minden élõnek .

(src)="b.GEN.3.21.1"> Και εκαμε Κυριος ο Θεος εις τον Αδαμ και εις την γυναικα αυτου χιτωνας δερματινους , και ενεδυσεν αυτους .
(trg)="b.GEN.3.21.1"> És csinála az Úr Isten Ádámnak és az õ feleségének bõr ruhákat , és felöltözteté õket .

(src)="b.GEN.3.22.1"> Και ειπε Κυριος ο Θεος , Ιδου , εγεινεν ο Αδαμ ως εις εξ ημων , εις το γινωσκειν το καλον και το κακον και τωρα μηπως εκτεινη την χειρα αυτου , και λαβη και απο του ξυλου της ζωης , και φαγη , και ζηση αιωνιως
(trg)="b.GEN.3.22.1"> És monda az Úr Isten : Ímé az ember olyanná lett , mint mi közûlünk egy , jót és gonoszt tudván .
(trg)="b.GEN.3.22.2"> Most tehát , hogy ki ne nyújtsa kezét , hogy szakaszszon az élet fájáról is , hogy egyék , s örökké éljen :

(src)="b.GEN.3.23.1"> Οθεν Κυριος ο Θεος εξαπεστειλεν αυτον εκ του παραδεισου της Εδεμ , δια να εργαζηται την γην εκ της οποιας εληφθη .
(trg)="b.GEN.3.23.1"> Kiküldé õt az Úr Isten az Éden kertjébõl , hogy mívelje a földet , a melybõl vétetett vala .

(src)="b.GEN.3.24.1"> Και εξεδιωξε τον Αδαμ και κατα ανατολας του παραδεισου της Εδεμ εθεσε τα Χερουβειμ , και την ρομφαιαν την φλογινην , την περιστρεφομενην , δια να φυλαττωσι την οδον του ξυλου της ζωης .
(trg)="b.GEN.3.24.1"> És kiûzé az embert , és oda helyezteté az Éden kertjének keleti oldala felõl a Kerúbokat és a villogó pallos lángját , hogy õrizzék az élet fájának útját .

(src)="b.GEN.4.1.1"> Ο δε Αδαμ εγνωρισεν Ευαν την γυναικα αυτου και συνελαβε , και εγεννησε τον Καιν και ειπεν , Απεκτησα ανθρωπον δια του Κυριου .
(trg)="b.GEN.4.1.1"> Azután ismeré Ádám az õ feleségét Évát , a ki fogad vala méhében és szûli vala Kaint , és monda : Nyertem férfiat az Úrtól .

(src)="b.GEN.4.2.1"> Και προσετι εγεννησε τον αδελφον αυτου τον Αβελ .
(src)="b.GEN.4.2.2"> Και ητο ο Αβελ ποιμην προβατων , ο δε Καιν ητο γεωργος .
(trg)="b.GEN.4.2.1"> És ismét szûlé annak atyjafiát , Ábelt .
(trg)="b.GEN.4.2.2"> És Ábel juhok pásztora lõn , Kain pedig földmívelõ .

(src)="b.GEN.4.3.1"> Και μεθ ' ημερας προσεφερεν ο Καιν απο των καρπων της γης προσφοραν προς τον Κυριον .
(trg)="b.GEN.4.3.1"> Lõn pedig idõ multával , hogy Kain ajándékot vive az Úrnak a föld gyümölcsébõl .

(src)="b.GEN.4.4.1"> Και ο Αβελ προσεφερε και αυτος απο των πρωτοτοκων των προβατων αυτου , και απο των στεατων αυτων .
(src)="b.GEN.4.4.2"> Και επεβλεψε με ευμενειαν Κυριος επι τον Αβελ και επι την προσφοραν αυτου
(trg)="b.GEN.4.4.1"> És Ábel is vive az õ juhainak elsõ fajzásából és azoknak kövérségébõl .
(trg)="b.GEN.4.4.2"> És tekinte az Úr Ábelre és az õ ajándékára .

(src)="b.GEN.4.5.1"> επι δε τον Καιν και επι την προσφοραν αυτου δεν επεβλεψε .
(src)="b.GEN.4.5.2"> Και ηγανακτησεν ο Καιν σφοδρα , και εκατηφιασε το προσωπον αυτου
(trg)="b.GEN.4.5.1"> Kainra pedig és az õ ajándékára nem tekinte , miért is Kain haragra gerjede és fejét lecsüggeszté .

(src)="b.GEN.4.6.1"> Και ειπε Κυριος προς τον Καιν , Δια τι ηγανακτησας ; και δια τι εκατηφιασε το προσωπον σου ;
(trg)="b.GEN.4.6.1"> És monda az Úr Kainnak : Miért gerjedtél haragra ? és miért csüggesztéd le fejedet ?

(src)="b.GEN.4.7.1"> αν συ πραττης καλως , δεν θελεις εισθαι ευπροσδεκτος ; και εαν δεν πραττης καλως , εις την θυραν κειται η αμαρτια .
(src)="b.GEN.4.7.2"> Αλλ ' εις σε θελει εισθαι η επιθυμια αυτου , και συ θελεις εξουσιαζει επ ' αυτου .
(trg)="b.GEN.4.7.1"> Hiszen , ha jól cselekszel , emelt fõvel járhatsz ; ha pedig nem jól cselekszel , a bûn az ajtó elõtt leselkedik , és reád van vágyódása ; de te uralkodjál rajta .

(src)="b.GEN.4.8.1"> Και ειπεν ο Καιν προς Αβελ τον αδελφον αυτου , Ας υπαγωμεν εις την πεδιαδα και ενω ησαν εν τη πεδιαδι , σηκωθεις ο Καιν κατα του αδελφου αυτου Αβελ εφονευσεν αυτον .
(trg)="b.GEN.4.8.1"> És szól s beszél vala Kain Ábellel , az õ atyjafiával .
(trg)="b.GEN.4.8.2"> És lõn , mikor a mezõn valának , támada Kain Ábelre az õ atyjafiára , és megölé õt .

(src)="b.GEN.4.9.1"> Και ειπε Κυριος προς τον Καιν , Που ειναι Αβελ ο αδελφος σου ; Ο δε ειπε , Δεν εξευρω μη φυλαξ του αδελφου μου ειμαι εγω ;
(trg)="b.GEN.4.9.1"> És monda az Úr Kainnak : Hol van Ábel a te atyádfia ?
(trg)="b.GEN.4.9.2"> Õ pedig monda : Nem tudom , avagy õrizõje vagyok-é én az én atyámfiának ?

(src)="b.GEN.4.10.1"> Και ειπεν ο Θεος , Τι εκαμες ; η φωνη του αιματος του αδελφου σου βοα προς εμε εκ της γης
(trg)="b.GEN.4.10.1"> nda pedig [ az Úr ] : Mit cselekedtél ?
(trg)="b.GEN.4.10.2"> A te atyádfiának vére kiált én hozzám a földrõl .

(src)="b.GEN.4.11.1"> και τωρα επικαταρατος να ησαι απο της γης , ητις ηνοιξε το στομα αυτης δια να δεχθη το αιμα του αδελφου σου εκ της χειρος σου
(trg)="b.GEN.4.11.1"> Mostan azért átkozott légy e földön , mely megnyitotta az õ száját , hogy befogadja a te atyádfiának vérét , a te kezedbõl .

(src)="b.GEN.4.12.1"> οταν εργαζησαι την γην , δεν θελει εις το εξης σοι δωσει τον καρπον αυτης πλανητης και φυγας θελεις εισθαι επι της γης .
(trg)="b.GEN.4.12.1"> Mikor a földet míveled , ne adja az többé néked az õ termõ erejét , bujdosó és vándorló légy a földön .

(src)="b.GEN.4.13.1"> Και ειπεν ο Καιν προς τον Κυριον , Η αμαρτια μου ειναι μεγαλητερα παρ ' ωστε να συγχωρηθη
(trg)="b.GEN.4.13.1"> Akkor monda Kain az Úrnak : Nagyobb az én büntetésem , hogysem elhordozhatnám .

(src)="b.GEN.4.14.1"> ιδου , με διωκεις σημερον απο προσωπου της γης , και απο του προσωπου σου θελω κρυφθη , και θελω εισθαι πλανητης και φυγας επι της γης και πας οστις με ευρη , θελει με φονευσει .
(trg)="b.GEN.4.14.1"> Ímé elûzöl engem ma e földnek színérõl , és a te színed elõl el kell rejtõznöm ; bujdosó és vándorló leszek a földön , és akkor akárki talál reám , megöl engemet .

(src)="b.GEN.4.15.1"> Ειπε δε προς αυτον ο Κυριος , δια τουτο , πας οστις φονευση τον Καιν , επταπλασιως θελει τιμωρηθη .
(src)="b.GEN.4.15.2"> Και εβαλεν ο Κυριος σημειον εις τον Καιν , δια να μη φονευση αυτον πας οστις ευρη αυτον .
(trg)="b.GEN.4.15.1"> És monda néki az Úr : Sõt inkább , aki megöléndi Kaint , hétszerte megbüntettetik .
(trg)="b.GEN.4.15.2"> És megbélyegzé az Úr Kaint , hogy senki meg ne ölje , a ki rátalál .

(src)="b.GEN.4.16.1"> Και εξηλθεν ο Καιν απο προσωπου του Κυριου , και κατωκησεν εν τη γη Νωδ , προς ανατολας της Εδεμ .
(trg)="b.GEN.4.16.1"> És elméne Kain az Úr színe elõl , és letelepedék Nód földén , Édentõl keletre .

(src)="b.GEN.4.17.1"> Εγνωρισε δε ο Καιν την γυναικα αυτου , και συνελαβε , και εγεννησε τον Ενωχ εκτισε δε πολιν , και εκαλεσε το ονομα της πολεως κατα το ονομα του υιου αυτου , Ενωχ .
(trg)="b.GEN.4.17.1"> És ismeré Kain az õ feleségét , az pedig fogada méhében , és szûlé Hánókhot .
(trg)="b.GEN.4.17.2"> És építe várost , és nevezé azt az õ fiának nevérõl Hánókhnak .

(src)="b.GEN.4.18.1"> Εγεννηθη δε εις τον Ενωχ ο Ιραδ και Ιραδ εγεννησε τον Μεχουιαηλ και Μεχουιαηλ εγεννησε τον Μεθουσαηλ και Μεθουσαηλ εγεννησε τον Λαμεχ .
(trg)="b.GEN.4.18.1"> És lett Hánókhnak fia , Irád : És Irád nemzé Mekhujáelt : Mekhujáel pedig nemzé Methusáelt , és Methusáel nemzé Lámekhet .

(src)="b.GEN.4.19.1"> Και ελαβεν εις εαυτον ο Λαμεχ δυο γυναικας το ονομα της μιας , Αδα , και το ονομα της αλλης , Σιλλα .
(trg)="b.GEN.4.19.1"> Lámekh pedig vett magának két feleséget : az egyiknek neve Háda , a másiknak neve Czilla .

(src)="b.GEN.4.20.1"> Και εγεννησεν η Αδα τον Ιαβαλ ουτος ητο πατηρ των κατοικουντων εν σκηναις και τρεφοντων κτηνη .
(trg)="b.GEN.4.20.1"> És szûlé Háda Jábált .
(trg)="b.GEN.4.20.2"> Ez volt atyjok a sátorban-lakóknak , és a barompásztoroknak .